Ζαγοροχώρια. Τα χωριά «πίσω από το βουνό»!!!(Σελίδες από τα παλιά ταξιδιωτικά μου ημερολόγια)27-30 Δεκεμβρίου 1997
Γι άλλη μια φορά γιορτάσαμε τα Χριστούγεννα με τους καλούς μας φίλους στην Πάτρα. Δυο μέρες μετά τη μεγάλη γιορτή, αντί να κινηθούμε ανατολικά προς το σπίτι μας περάσαμε το στενό ανάμεσα στο Ρίο και το Αντίρριο και κινηθήκαμε προς τα βόρεια να συναντήσουμε άλλους φίλους και να πάμε, για πρώτη φορά, στα Ζαγοροχώρια, που τόσα καλά είχαμε ακούσει από πολλά στόματα.
Σάββατο, λοιπόν, 27 Δεκεμβρίου και φεύγουμε από την Πάτρα. Ο δρόμος είναι γνωστός για τα χάλια του και τη μεγάλη του κίνηση και έτσι πάμε αρκετά αργά και με προσοχή. Πρώτη στάση στο πιο διάσημο γεφύρι του τόπου μας.
Γεφύρι της Άρτας, πάνω στον Άραχθο ποταμό. Ανεβήκαμε πάνω, κάναμε βόλτες γύρω του και αποθανατίσαμε πολλάκις το πανέμορφο αυτό έργο του ανθρώπου.
Νωρίς το απόγευμα καθόμασταν για φαΐ στην κεντρική πλατεία των Ιωαννίνων και στη συνέχεια κατεβήκαμε για βόλτα στο Μόλο. Τα Γιάννενα είναι πανέμορφα και μας φάνηκαν ακόμα πιο όμορφα από την τελευταία φορά που τα είχαμε επισκεφτεί, έντεκα χρόνια πριν. Απέναντι από την κεντρική πύλη του Κάστρου έχει ανοίξει ένα Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων του Α. Βρέλλη. Εκείνο το Α. έκανε και τη μεγάλη διαφορά. Πρόκειται για αδελφό (όπως μάθαμε αργότερα) του Παύλου Βρέλλη, του γλύπτη που έχει φτιάξει το μοναδικό Μουσείο έξω από τα Γιάννενα. Αυτό που βλέπαμε τώρα δεν έλεγε απολύτως τίποτα.
Τελειώνοντας κι από εκεί πήραμε τηλέφωνο τους φίλους που θα μας φιλοξενούσαν για εκείνο το βράδυ στη Δωδωνούπολη, το χωριό δίπλα στο Αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης. Ο Βασίλης έχει μεγαλώσει εκεί και αν και σήμερα ζει με την οικογένειά του στα Γιάννενα φτιάχνει το σπίτι του για μόνιμη εγκατάσταση στο χωριό. Μας υποδέχτηκε η Σοφία, η γυναίκα του. Πόσα χρόνια περάσανε από τότε που τους είδαμε για τελευταία φορά!!! Αγκαλιές, φιλιά και πολλά, πολλά νέα. Σε λίγο ήρθε και ο Βασίλης με τα παιδιά. Κάτσαμε για φαΐ και με την κουβεντούλα πήγε μεσάνυχτα για να πέσουμε. Εν τω μεταξύ είχαν ανοίξει οι ουρανοί. Φοβερή βροχή!! Όλη τη νύχτα δε σταμάτησε. Κεραυνοί, αστραπές και πάρα πολύ νερό!!
Η άλλη μέρα είχε και βροχή αλλά και διαστήματα χωρίς νερό. Μόνο συννεφιά. Με το Βασίλη πήγαμε να δούμε το Αρχαίο Θέατρο. Εγώ πήγαινα για πρώτη φορά. Η γυναίκα μου, έχοντας σπουδάσει στα Γιάννενα, το είχε επισκεφτεί παλαιότερα.
Τι μνημείο είναι αυτό!! Ένα ακόμα αριστούργημα ανθρώπων με μεγάλη αίσθηση του καλού γούστου αλλά και του μέτρου! Είναι αρκετά καλά διατηρημένο μέσα σε ένα τοπίο συγκλονιστικό! Μια καταπράσινη κοιλάδα ανάμεσα στα ψηλά βουνά. Η γαλήνη και το μεγαλείο τοπίου και μνημείου σε καθηλώνουν!!
Ανέβηκα μέχρι τις πάνω κερκίδες. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι είχαν φτιάξει και σύστημα εξαερισμού σε αυτές για να δροσίζονται κατά τη διάρκεια των παραστάσεων στις ζεστές μέρες του καλοκαιριού!! Η θέα από εκεί πάνω είναι απίθανη. Στα πόδια μου η κοιλάδα με τα δέντρα της και τα τρεχούμενα νερά της, ένα γύρω τα Ηπειρώτικα βουνά και πάνω από το κεφάλι μου τα σύννεφα να παίζουν πότε κατεβαίνοντας χαμηλά και πότε να παίρνουν τα ψήλου σα να κυνηγιόνταν. Ήταν απίθανη εκείνη η εμπειρία. Μόνο που δεν είχα μαζί φωτογραφική μηχανή, μιας και είχαμε ξεκινήσει να πάρουμε ψωμί, αλλά καταλήξαμε στο Θέατρο!! Δεν πειράζει όμως. Τις μοναδικές εκείνες εικόνες τις έχω κρατήσει καλά μέσα στο νου και την ψυχή μου!
Γυρίσαμε στο σπίτι και να το τσίπουρο, να και οι μεζέδες, παρέα με τα αδέρφια του Βασίλη. Λίγο μετά το φαΐ ξεκινήσαμε για το Μονοδέντρι, πριν μας πιάσει η νύχτα.
Ανηφορίζοντας, λίγο μετά που στρίψαμε από το δρόμο που πάει για την Κόνιτσα, είδαμε μια καταπληκτική εικόνα. Ένας βοσκός, φορώντας την κάπα του, ατένιζε πέρα μακριά. Σαν εικόνα από βιβλίο του Ζαχαρία Παπαντωνίου ή σαν κάποιες φωτογραφίες των πρωτοπόρων της φωτογραφίας στον τόπο μας ήταν.
Η διαδρομή, όσο πήγαινε γινόταν όλο και πιο εντυπωσιακή! Περάσαμε την όμορφη Βίτσα και φτάσαμε με βροχή στο Μονοδέντρι. Τι μικρός που είναι ο κόσμος!! Την ώρα που κατέβαζα τα πράγματα από το αυτοκίνητο, βλέπω τον Σταύρο, συνάδελφό μου, να βγαίνει από τον ξενώνα που θα μέναμε!!! Απίστευτη σύμπτωση!
Πήραμε το δωμάτιό μας και βολέψαμε τα πράγματα. Εν τω μεταξύ η οικογένεια των φίλων με τους οποίου είχαμε κανονίσει αυτή την εκδρομή είχε έρθει αλλά είχαν βγει βόλτα. Δεν άργησαν όμως να επιστρέψουν. Τα είπαμε λίγο, τα παιδιά πήγαν να παίξουν και οι υπόλοιποι πήγαν για ξεκούραση. Εγώ όμως πήρα τα καλντερίμια για μια πρώτη γνωριμία. Αδιάβροχο, φωτογραφική μηχανή και δρόμο για την Αγία Παρασκευή.
Μικρό, πέτρινο μοναστήρι του 1412, χτισμένο στο χείλος του γκρεμού, κρέμεται κυριολεκτικά πάνω από το επιβλητικό φαράγγι του Βίκου. Οδηγεί εκεί ένα πλακόστρωτο περίπου 800μ και η θέα προς το φαράγγι κόβει την ανάσα. Είναι ίσως το πιο εντυπωσιακό σημείο για να ατενίσεις το μοναδικό φαράγγι! Αυτό έκανα κι εγώ εκείνο το απομεσήμερο. Θαύμασα το θείο εκείνο μεγαλείο!! Τα σύννεφα πολλές φορές «έκαναν βουτιά» μέσα στο φαράγγι δημιουργώντας μοναδικές εικόνες.
Το ποτάμι φιδοσέρνεται στο βυθό του και ο ήχος έφτανε μέχρι πάνω.
Τα κτίρια του μοναστηριού είναι κι αυτά όμορφα αν και κλειστά. Μόνο στην αυλή είχα τη δυνατότητα να περπατήσω.
Πάνω από το μοναστήρι ξεκινά ένα μονοπάτι που κινείται στην άκρη του γκρεμού και οδηγεί σε μια σπηλιά. Βίωσα την εμπειρία να περπατήσω για λίγο κατά μήκος του με το χάος να ξεδιπλώνεται σχεδόν «κάτω» από τα πόδια μου!! Αν και δεν είμαι υψοφοβικός, ένα έντονο δέος το ένοιωσα!
Γύρισα στον ξενώνα και λίγο μετά βρεθήκαμε με τους υπόλοιπους. Είχε νυχτώσει πια, αν και νωρίς, και η ώρα πέρασε με επιτραπέζια, διάβασμα και κουβεντούλα. Για φαΐ πήγαμε να δοκιμάσουμε το διασημότερο έδεσμα των Ζαγοροχωρίων. Την πίτα της ΚΙΚΙΤΣΑΣ! Χωρίς φύλλο είναι μια αρκετά νόστιμη «πίτα» (περισσότερο με ομελέτα έμοιαζε!) χωρίς όμως να είναι κάτι το εξαιρετικό. Μάλλον υπερτιμημένη θάλεγα.
Εκείνο το βράδυ πέσαμε σχετικά νωρίς για ύπνο. Ήταν όμως ύπνος όμορφος. Ήρεμος, βαθύς και ξεκούραστος. Καλώς ήρθαμε «Πίσω από το Βουνό»!
συνεχίζεται