Εκεί που τέλειωσε ο εμφύλιος! Ήρθε και η τελευταία μέρα του ταξιδιού μας. Η μέρα που θα πηγαίναμε δυτικά. Προς το Γράμμο, το βορειότερο κομμάτι της μοναδικής μας Πίνδου.
Είναι γνωστό πως προς το τέλος του εμφυλίου, ο Εθνικός Στρατός, σιγά-σιγα κατάφερνε να απωθήσει τις δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού προς τα βόρεια σύνορα μας. Εκεί λοιπόν δόθηκαν και οι μάχες που έδωσαν οριστική λύση στον πόλεμο που διέλυσε τον τόπο, στέλνοντας ένα τεράστιο δυναμικό ανθρώπων, πολλοί των οποίων εξαιρετικά μορφωμένοι, σε αναγκαστική «πολιτική» ξενιτειά, στις Σοσιαλιστικές χώρες των Βαλκανίων αρχικά αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης στη συνέχεια. Αλλά και από την άλλη μεριά έστειλε τεράστιο αριθμό σε αναγκαστική, «οικονομική» αυτή τη φορά ξενιτειά στην αναπτυσσόμενη Γερμανία, στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία και σε τόσες άλλες χώρες. Η τεράστια αυτή «αιμορραγία» ήταν η χαριστική βολή στο παιγνίδι της υποτέλειας. Ο πόλεμος εκείνος, πολλαπλά πιο αιματηρός από αυτόν που είχε προηγηθεί, δεν είχε κατά τη γνώμη μου Νικητές και Ηττημένους. Κι ας πανηγύρισαν οι «Εθνικόφρονες». Ένα Ηττημένο είχε, και αυτός ήταν αυτός ο έρμος τόπος! Και μόνο οι ξένοι έτριβαν τα χέρια τους.
Οι καθοριστικές λοιπόν μάχες που σήμαναν και το τέλος του πολέμου δόθηκαν στο Γράμμο και στο Βίτσι. Τι έφταιγαν αυτά τα πανέμορφα βουνά να συνδεθεί το όνομά τους με τόσο αιματηρές μάχες, ντροπή για τον τόπο;
Ξεκινήσαμε με κατεύθυνση προς το Νεστόριο, το κεφαλοχώρι της Δυτικής Καστοριάς και του River Party (!!), που ξεκίνησε από μερικούς νεαρούς το 1978 στις όχθες του Αλιάκμονα, έξω από το χωριό και έγινε με τα χρόνια θεσμός που συγκεντρώνει δεκάδες χιλιάδες άτομα που έρχονται να απολαύσουν μουσικούς σε συναυλίες, να κάνουν δραστηριότητες στο ποτάμι και γενικά να απολαύσουν τη χαλαρή ατμόσφαιρα των ημερών που διαρκεί το Party!
Ο δρόμος κινείται μέσα σε κάμπο με καλλιέργειες. Λίγο πριν φτάσουμε στο Νεστόριο, στρίψαμε δεξιά για το χωριό Αγία Άννα. Ο δρόμος ανηφορίζει και φτάνει σε ένα πολύ μικρό χωριό με λίγα σπίτια και μια μικρή πλατεία. Δεν υπήρχε ψυχή. Και εμείς θέλαμε πληροφορίες για να πάμε στο Μοναστήρι της Τσούκας. Και τώρα; Ξαφνικά βλέπουμε να τρέχει στην ανηφόρα μια νέα γυναίκα. Κάτι έλεγε αλλά ήταν ακόμα μακριά. Όταν πλησίασε καταλάβαμε πως έψαχνε για τσιγάρα. Πόσο άτυχη μπορεί να είσαι κοπέλα μου; Ένα αυτοκίνητο να μπει στο χωριό και οι επιβάτες του να το έχουν κόψει δεκαετίες τώρα; Φυσικά απογοητεύτηκε αλλά μας έδωσε τις πληροφορίες που θέλαμε. Πολύ κοντά στο χωριό, σε ένα πλάτωμα είναι η εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, του 1924.
Πέτρινος, συντηρημένος ναός, έχει λίγες τοιχογραφίες.. Η εντυπωσιακή εκκλησία της μονής του 13ου αι. βρίσκεται χαμηλότερα στη ρεματιά, στην οποία και δεν κατεβήκαμε. Απολαύσαμε όμως ένα από τα ομορφότερα θεάματα ακριβώς απέναντι.
Τα βράχια πέφτουν κάθετα σχηματίζοντας ένα γκρεμό ημικυκλικού σχήματος. Νερά τρέχουν και «γλύφοντας» το βράχο σχηματίζουν καταρράκτη που καταλήγει σε μικρή βάθρα. Αυτά φαίνονταν από εκεί που στεκόμασταν. Ίσως πιο χαμηλά, εκεί που δεν είχαμε ορατότητα να σχηματίζονταν και άλλα ωραία!! Ο υπέροχος ήχος του νερού που πέφτει ήταν η καλύτερη συνοδεία εκείνων των εικόνων.
Μπήκαμε και πάλι στο αυτοκίνητο και συνεχίσαμε. Περάσαμε το Νεστόριο και κάναμε μια δυο στάσεις σε διάφορα σημεία της πορείας του Αλιάκμονα.
Εκεί που γίνεται το Party και σε μια γέφυρα.
Λίγο παρακάτω κάναμε πάλι δεξιά στη διασταύρωση για το χωριό Πεύκος. Στην αρχή άσφαλτος και στη συνέχεια χωματόδρομος, μπαίνει μέσα στην καρδιά του βουνού περνώντας από ένα καταπράσινο τοπίο. Βέβαια το βουνό δεν μας είχε δείξει ακόμα το αληθινό, το μεγαλειώδες του πρόσωπο. Ο Πεύκος είναι κι αυτό ένα μικρό χωριό. Λίγα σπίτια και λίγοι άνθρωποι. Σε μια αυτή κάνανε δουλειές και εκεί σταματήσαμε να ρωτήσουμε. Μας απέτρεψαν από το αρχικό σχέδιο να πάμε στο χωριό Γράμμος. Είχε βρέξει πολύ τις προηγούμενες μέρες και ο δρόμος έχει λάσπη. Μας έδωσαν όμως πληροφορίες για να κατέβουμε στον δρόμο Ιωαννίνων-Κοζάνης στο Επταχώρι. Η διαδρομή αποδεικνύεται μεγαλειώδης. Ο δρόμος είναι έτοιμος για ασφαλτόστρωση και αν και χωματόδρομος είναι καλύτερος από άσφαλτο. Το τοπίο όμως είναι μοναδικό.
Οξιές και έλατα θηρία, στο βάθος οι κορυφές χιονισμένες! Τι εικόνες ύψιστε!! Είναι δυνατόν σε ένα τέτοιο χώρο να αλληλοσφάζονται; Εδώ είναι μόνο για γιορτές και πανηγύρια, της φύσης και των ανθρώπων. Τι άτιμο ζωντανό είναι ο άνθρωπος; Δεν το χωρά ο νους μου.
Βλέπω μια βρύση και σταματώ να πιω κρύο νερό. Είναι φτιαγμένη από κάποια γυναίκα, στη μνήμη του αδερφού της, στρατιώτη του Εθνικού Στρατού, που σκοτώθηκε σε μάχη εκεί στη θέση Αρένες. Δίπλα άλλο ένα μικρό ηρώο για τους πεσόντες της ίδιας μάχης. Σα μαχαιριές στον θεϊκό εκείνο τόπο είναι τα μνημεία αυτά.
Από κάτω στις ρεματιές παντού ο ήχος του νερού. Σβήνω τη μηχανή, ανοίγω τις πόρτες να μπει η δροσιά του βουνού στο αυτοκίνητο, κατεβαίνω και στέκομαι να απολαύσω δροσιά, μυρωδιές, ήχους, εικόνες! Πόσο σα λαός δεν ξέρουμε τι έχουμε, κι όταν ξέρουμε συνήθως δεν το εκτιμούμε και κάνουμε ότι περνά από το χέρι μας να το βιάσουμε, για μια χούφτα πενταροδεκάρες! Είναι ώρες που λιγώνομαι από την ομορφιά και συνάμα με πιάνει απελπισία για το μέλλον μας. Ίσως φταίει και το γενικότερο κλίμα της απαισιοδοξίας που βιώνουμε στον καιρό των μνημονίων. Αλλά όχι, φτάνει! Ο Γράμμος είναι εκεί, για την ώρα «δικός» μου, φιλόξενος να μου χαρίσει τα κάλλη του απλόχερα. Δεν θα δηλητηριάσω αυτές τις στιγμές με καμιά σκοτεινή εικόνα, κανένα μίζερο συναίσθημα.
Και εκεί σε μια στροφή το αποκορύφωμα της ομορφιάς.
Μέσα στην οργιώδη βλάστηση, τεράστιες ποσότητες νερού, γκρεμοτσακίζονται σχηματίζοντας καταρράκτες με έντονο το θόρυβο. Εκεί η διάψευση κάποιων από τις παραπάνω σκέψεις μου. Όταν θέλει ο άνθρωπος και σεβαστεί αυτό που του προσφέρει απλόχερα ο τόπος, τότε «κεντάει»! Κάνει θαύματα! Ένας υπέροχα διαμορφωμένος χώρος εκεί που τρέχει το νερό με ορμή. Γεφυράκια, πεζούλες, βρύσες! Και όλα από πέτρα! Κόσμημα!! Το νερό περνώντας κάτω από το δρόμο γκρεμίζεται με θόρυβο στην καταπράσινη ρεματιά και πάει να βρει άλλα νερά, και άλλα, και άλλα να ενωθούν σε μια πορεία μέχρι τη μεγάλη μάνα, τη θάλασσα!!
Ο χώρος αυτός είναι στην είσοδο του χωριού Πευκόφυτος, το οποίο περάσαμε, περάσαμε και τη Χρυσή και σε λίγο βγήκαμε στον κεντρικό. Κάποτε εδώ είχε πολύ κίνηση. Ιδιαίτερα φορτηγά. Από όταν έγινε η Εγνατία ο τόπος ησύχασε.
(συνεχίζεται)