ΓΙΑΝΝΕΝΑ, από πέτρα και νερό!!
Υπάρχει ένας τόπος φτιαγμένος από πέτρα και νερό. Το νερό αλλού στέκεται και φτιάχνει λίμνες και αλλού τρέχει και σμιλεύει την πέτρα φτιάχνοντας απαράμιλλα «έργα τέχνης»!
Χιλιάδες χρόνια πριν ο άνθρωπος έφτασε, άγνωστο από πού και πως, σε τούτο τον τόπο. Άντλησε από τη μάνα Γη χρησμούς, έχτισε κτίρια γύρω από τη λίμνη, που με το διάβα των καιρών έγιναν μια όμορφη πολιτεία με μεγάλη και πολυτάραχη ιστορία, στο νησί μέσα στη λίμνη όρθωσε μοναστήρια, ιστορώντας τα με άγιους της χριστιανοσύνης αλλά και της αρχαιότητας και στα φαράγγια που σμίλεψε το τρεχούμενο νερό έστησε πέτρινα γεφύρια να δρασκελά το ορμητικό ρέμα! Γεφύρια που στέκουν σε δυο, τρία ή και περισσότερα πόδια, δρασκελώντας με τη σειρά τους τον καιρό!
Γιάννενα!! Μια πόλη, ένας ολόκληρος τόπος!
Χρόνια πέρασαν από την τελευταία φορά που πήγαμε στην αγαπημένη πόλη. Όλα άλλαξαν. Και η πόλη και εμείς. Ήρθαμε όμως να δούμε μέρη που γυρνάγαμε κάποτε νέοι και φίλους καλούς κι αγαπημένους που γνωρίσαμε εκεί και είχαμε χρόνια να ανταμώσουμε. Παρ’ όλες τις αλλαγές δε δυσκολευτήκαμε και πολύ να βρούμε τους τόπους. Κι ας άλλαξαν. Και οι φίλοι μας στα μάτια μας ίδιοι είναι. Ήταν όμως λίγες οι μέρες και έτσι φύγαμε με την υπόσχεση να πάμε και πάλι για περισσότερο. Οι αναμνήσεις πολλές, οι εικόνες ακόμα περισσότερες. Αυτό όμως που δε χωρά σε μέτρα είναι η σαγήνη του τόπου! Για άλλη μια φορά η μαγεία του πότισε κάθε μας κύτταρο!
Την άλλη μέρα των Χριστουγέννων κατεβήκαμε στην Πάτρα και μείναμε στους φίλους που θα πηγαίναμε μαζί στα Γιάννενα. Το βράδυ απολαύσαμε τη γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου όμορφα φωτισμένη.
Ημέρα 1η
Φύγαμε αρκετά πρωί και φτάσαμε μεσημέρι. Ο καιρός λες και ήταν φθινόπωρο. Βροχή βρήκαμε μόνο στην Αιτωλοακαρνανία. Στα Γιάννενα φτάσαμε με λιακάδα. Η ώρα είχε προχωρήσει και τα στομάχια είχαν αρχίσει να διαμαρτύρονται. Γραμμή λοιπόν στον Φρόντζο. Φρότζου Πολιτεία το λένε σήμερα. Μπορεί να άλλαξε το όνομα αλλά αυτό που δεν μπορεί να αλλάξει είναι η εικόνα που αντικρίζουν τα μάτια σου. Και αυτό ήταν που ζητάγαμε. Η πόλη, με τη λίμνη απλώνεται μπροστά και το Μιτσικέλι, το Γιαννιώτικο βουνό απέναντι, που κρατά για τον εαυτό του το μεγαλύτερο μέρος της μεγαλοπρέπειας αυτής της υπέροχης εικόνας.
Τα μάτια, ο νους, η ψυχή χόρτασαν. Όπως χόρτασε και το στομάχι με τα υπέροχα εδέσματα.
Γραμμή για τα δωμάτιά μας, στο Πέραμα. Τακτοποιήσαμε τα πράγματα και βιαστικά για να πιάσουμε όσο φως μπορούσαμε ακόμα ξεκινήσαμε για την πόλη. Η κίνηση των αυτοκινήτων μέσα πολύ μεγάλη. Ακόμα χειρότερα τα πράγματα με τη στάθμευση. Βρήκαμε τελικά κάπου και αφήσαμε το αυτοκίνητο. Λαοπλημμυρά!! Πολλοί οι κάτοικοι που έχουν βγει βόλτα αλλά ακόμα περισσότεροι οι επισκέπτες. Και έλειπαν οι φοιτητές! Μπήκαμε στο κάστρο από την κεντρική πύλη. Η πύλη στολισμένη όπως και όλη η πόλη με καλόγουστο Χριστουγεννιάτικο διάκοσμο.
Περπατήσαμε στα πλακόστρωτα δρομάκια ενώ η μέρα είχε αρχίσει να μας αποχαιρετά. Τι όμορφα που είναι εκεί μέσα!! Αλλά δεν είχαμε χρόνο πια. Νύχτωσε μέχρι να φτάσουμε στο Δημοτικό Μουσείο και από εκείνη την έξοδο βγήκαμε στο μόλο στη θέση Κυρά Φροσύνη. Χιλιάδες πολύχρωμα φώτα καθρεφτίζονταν στα ήσυχα νερά της λίμνης προσφέροντάς μας αξέχαστες εικόνες.
Μια μικρή βόλτα και μετά μέσα σε μια καφετέρια για καφέ. Άλλωστε με τη νύχτα ήρθε και το αγιάζι και σε λίγο και ένα ψιλοβρόχι. Έτσι πέρασαν οι ώρες και αφού σταμάτησε η ψιχάλα περπατήσαμε μέχρι την κεντρική πλατεία της πόλης, στη Νομαρχία. Φώτα και στολισμός παντού.
Η πόλη φόραγε τα καλά της και εμείς το απολαμβάναμε! Άρχισε όμως να βρέχει και πάλι οπότε γυρίσαμε, πήραμε το αυτοκίνητο και στο Πέραμα κάτσαμε σε μια ταβέρνα να τσιμπήσουμε κάτι πριν πάμε για ύπνο. Καληνύχτα Γιάννενα!! Θα τα πούμε και πάλι το πρωί.
Ημέρα 2η
Η μέρα ξεκίνησε συννεφιασμένη αλλά μέχρι να φάμε το πρωινό μας ο καιρός άνοιξε. Καθαρός ουρανός με λίγο κρύο ότι έπρεπε για τη βόλτα που είχαμε κανονίσει στο Κεντρικό Ζαγόρι και την περιοχή του Αώου. Ακολουθώντας από το Πέραμα τον επαρχιακό δρόμο, μέσω Κρύας βγήκαμε στον κεντρικό για Κόνιτσα στο χωριό Λυκόστομο. Για λίγα μόνο χιλιόμετρα στον κεντρικό και ξανά δεξιά προς Κήπους και Τσεπέλοβο. Ένα προειδοποιητικό σήμα με τα φώτα μας υποψίασε και αποφύγαμε μια δυσάρεστη «συνάντηση» πάνω στη στροφή με μια ομάδα γελαδιών που κατέβαινε αμέριμνα στο δρόμο. Πρώτη στάση για φωτογραφίες στο μικρό, όμορφο γεφύρι δίπλα στο ξωκλήσι του Αγ. Μηνά. Η εκκλησία ήταν κλειστή. Το επόμενο γεφύρι, του Καπετάν Αρκούδα, το προσπεράσαμε και σε λίγο είδαμε αρκετά αυτοκίνητα σταματημένα.
Το Γεφύρι του Κόκκορου ή του Νούτσου. Το εντυπωσιακό μονότοξο γεφύρι πάνω στο δρόμο και λίγο πριν τη διασταύρωση για το χωριό Κήποι (παλιό όνομα Μπάγια), που πατώντας πάνω στα εντυπωσιακά βράχια γεφυρώνει τις απότομες όχθες του Μπαγιώτικου Ρέματος. Κατασκευάστηκε το 1750 για να ανακατασκευαστεί το 1768. Είναι από τα πιο όμορφα και εντυπωσιακά γεφύρια του τόπου μας. Βγάλαμε αρκετές φωτογραφίες. Περάσαμε πάνω από το γεφύρι και παρά το τσουχτερό ξεροβόρι περάσαμε λίγη ώρα απολαμβάνοντας το θέαμα του μεγάλου αυτού ανθρώπινου κατορθώματος και τα ορμητικά νερά του ποταμού.
Στην επόμενη διασταύρωση στρίψαμε δεξιά προς τους Κήπους. Αριστερά στην είσοδο του χωριού άλλο ένα γεφύρι.
Αυτό του Κοντοδήμου ή Λαζαρίδη πάνω στο ρέμα Βικάκη. Μπήκαμε στο όμορφο χωριό και σταματήσαμε στην πλατεία. Πέτρινο όλο το χωριό από τα πιο όμορφα της περιοχής αλλά και τα πιο τουριστικά. Ξενώνες, ταβέρνες και καφέ έχουν φτιαχτεί για να εξυπηρετήσουν όλους αυτούς τους επισκέπτες. Μερικές φωτογραφίες και πίσω για μερικές φωτογραφίες στο γεφύρι του Κοντοδήμου και μετά στο νούμερο ένα αξιοθέατο του τόπου. Το ομορφότερο, ίσως, γεφύρι της χώρας μας. Το τρίτοξο γεφύρι του Πλακίδα ή Καλογερικό.
«Κάμπια εν κινήσει» το λένε πολλοί και δεν είναι υπερβολή. Πραγματικά είναι η απόδειξη ότι η πέτρα μπορεί να έχει πλαστικότητα. Να έχει κίνηση. Αέρινη κίνηση!! Γεφυρώνει το Μπαγιώτικο ρέμα από το 1748 που πρωτοχτίστηκε. Ανακαινίστηκε στα 1863-64 και από τότε στέκει για να μπορούν οι άνθρωποι να περνούν με ασφάλεια τα ορμητικά νερά. Για να το χαίρονται τα μάτια όσων φτάνουν μέχρις εκεί. Γιατί είναι από τις ομορφότερες εικόνες που μπορεί να εισπράξει κάποιος στα γυρίσματά του σ’ αυτόν τον τόπο.
Βγήκαμε πάλι στη διασταύρωση και γραμμή για το Τσεπέλοβο. Περάσαμε τις διασταυρώσεις για Κουκούλι και Καπέσοβο και φτάσαμε στο γνωστό και αρκετά τουριστικό Τσεπέλοβο.
Πέτρινο κι αυτό με καλντερίμια παντού μας πρόσφερε λίγες ακόμα εικόνες «Ζαγορίσιες»!!
Στην επιστροφή μια στάση για μια φωτογραφία από μακριά του όμορφου Καπέσοβου και στροφή αριστερά για το Κουκούλι, άλλο ένα πέτρινο χωριό. Μικρή στάση και υπέροχη θέα προς το ποτάμι και το γεφύρι του Κόκκορου. Λίγες ακόμα φωτογραφίες και δρόμο για πιο βόρεια αυτή τη φορά. Ακολουθώντας το δρόμο περάσαμε από τα Κάτω Πεδινά, χωριό στην άκρη του οροπεδίου και λίγο πιο κάτω στρίψαμε δεξιά για τον Ελαφότοπο. Και εδώ το κυρίαρχο παντού είναι η πέτρα. Η γκρίζα Ζαγορίσια πέτρα! Μια βόλτα στα καλντερίμια του χωριού έδωσε αφορμή να γεμίσει ο νους εικόνες και οι μνήμες της φωτογραφικής μηχανής με μοναδικά στιγμιότυπα.
Πέτρινα δρομάκια, πέτρινα σπίτια, πέτρινες μάντρες αλλά και ξύλινες πόρτες και παράθυρα, παίζουν με τα χρώματά τους και με τα μάτια μας!
Πίσω στον δρόμο και βγαίνουμε ξανά στο δρόμο για την Κόνιτσα, στο Καλπάκι. Λίγο πριν βγούμε βλέπουμε από μακριά στο ύψωμα δεξιά μας το εντυπωσιακό μνημείο αυτών που έπεσαν στις μάχες του 1940.
Μερικά χιλιόμετρα στον κεντρικό δρόμο και βγαίνουμε αριστερά για Μπουραζάνι και Μολυβδοσκέπαστο. Ο δρόμος καινούργιος κινείται ψηλά, πάνω από τον κάμπο της Κόνιτσας με τον Αώο να ασημίζει στο βάθος στο διάβα του προς τη γειτονική Αλβανία.
Αρκετά ορμητικός, λόγω των πολλών φετινών βροχών, πάει να σμίξει με την αγαπημένη του Αδριατική Θάλασσα. Σε λίγο ο δρόμος κατεβαίνει και κινείται δίπλα στο ποτάμι. Περνάμε το Μπουραζάνι, με το ξενοδοχείο, το εστιατόριο και το Περιβαλλοντικό Κέντρο αλλά και τα πολλά αυτοκίνητα που είναι παρκαρισμένα απ’ έξω και συνεχίζουμε για να δούμε ένα σπουδαίο μνημείο της περιοχής. Το μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου Μολυβδοσκέπαστου. Σύμφωνα με επιγραφή στο Καθολικό, την έκτισε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Πωγωνάτος στα 670 μ.Χ. γυρνώντας από την εκστρατεία του στη Σικελία. Δεκατρείς αιώνες ιστορίας βαραίνουν το μοναδικό αυτό μνημείο που κάποτε η στέγη του καλύπτονταν από φύλλα μολυβιού, τα οποία αφαίρεσαν οι Τούρκοι για να κάνουν βόλια, και που έδωσαν το όνομα στο μοναστήρι αλλά και στο παρακείμενο χωριό. Δίπλα στον Αώο και πολύ κοντά στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, πέρασε πολλές φάσεις αρχιτεκτονικών επεμβάσεων και ανοικοδομήσεων, πράγμα που μαρτυρά ο σύνθετος αρχιτεκτονικός του χαρακτήρας.
Η επίσκεψή μας δεν κράτησε πολύ και μιας και η ώρα ήταν αρκετά προχωρημένη και οι ανάγκες (οι υλικές αυτή τη φορά) έκαναν έντονη την παρουσία τους, συσκεφθήκαμε για το που να πάμε για φαΐ. Ο πειρασμός για κυνήγι στο Μπουραζάνι ήταν αρκετά δυνατός αλλά ο κόσμος που είχαμε δει μας απέτρεψε και η απόφαση μας ήταν Κόνιτσα. Ακολουθήσαμε τον καινούργιο δρόμο που συνδέει το Μπουραζάνι με την Κόνιτσα και σε λιγότερο από μισή ώρα, κάτσαμε απέναντι από το Δημαρχείο της πόλης, απολαύσαμε νόστιμα μαγειρεμένα εδέσματα και ωραίο κόκκινο κρασί και έτσι καθησυχάσαμε τα στομάχια μας που οι διαμαρτυρίες τους είχαν αρχίσει να γίνονται υπερβολικά έντονες.
Έπαιρνε να σουρουπώνει και πριν βραδιάσει κατεβήκαμε να δούμε λίγο το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων, το γεφύρι της Κόνιτσας. 20 μέτρα ψηλό και 40 πλατύ, φτιαγμένο από τον Πυρσογιαννίτη μάστορα Ζιώγα Φρόντζο στα 1870-71, γεφυρώνει τα ορμητικά νερά του Αώου, πριν αυτός ξεχυθεί στον κάμπο και ενωθεί με τους μεγάλους του παραπόταμους Βοϊδομάτη και Σαραντάπορο.
Στην κορυφή του τόξου του ένα κουδούνι προειδοποιεί τους διαβάτες με τον ήχο του όταν ο αέρας γίνεται επικίνδυνος. Θαυμάσαμε το μνημείο, βγάλαμε κι εδώ φωτογραφίες και με το σούρουπο πια ξεκινήσαμε για τα Γιάννενα. Λίγο πριν νυχτώσει, σε μια στροφή σταμάτησα να δω και να φωτογραφήσω τα υπέροχα βράχια της Αστράκας που δεσπόζουν πάνω από το Πάπιγκο.
Στεφανωμένα με τις χιονισμένες κορφές της Τύμφης ήταν μια πολύ όμορφη εικόνα, άξια να καταγραφεί στη μνήμη μας αλλά και σ’ αυτή της φωτογραφικής μου μηχανής. Άλλωστε ήταν τα μόνα χιόνια που βλέπαμε σε αυτό μας το ταξίδι και ήταν τόσο μακριά!!!
Πήγαμε κατευθείαν στη Δωδώνη να δούμε τους φίλους μας που ζουν μόνιμα εκεί. Κάτσαμε κάμποσο και γυρίσαμε στην πόλη για μια τελευταία βόλτα πριν πάμε για ύπνο και ξεκούραση από τη μεγάλη μας βόλτα αλλά κυρίως από την ένταση των πολλών, υπέροχων εικόνων που απολαύσαμε τη μέρα που πέρασε!
Ημέρα 3η
Τη μέρα αυτή ξεκινήσαμε με τη λίμνη! Ο καιρός αυτή τη φορά χειμωνιάτικος. Κρύο, συννεφιά και ψιλοβρόχι. Για χιόνι ούτε κουβέντα. Μπήκαμε στο καραβάκι και αρχίσαμε να απομακρυνόμαστε από την πόλη και απολαύσαμε μια άλλη εικόνα της.
Σε λιγότερο από 15 λεπτά και αφού έχουμε παρακάμψει ακτές με καλαμιώνες και μικρά λιμανάκια, αλλά και εικόνες του νησιού με τα μοναστήρια στις πλαγιές του, φτάναμε στην αποβάθρα στο Νησί των Ιωαννίνων. Η υποδοχή άκρως τουριστική. Εστιατόρια με θολά ενυδρεία γεμάτα χέλια, πέστροφες κυπρίνους αλλά και λιμνήσιες καραβίδες που ασφυκτιούν σε πολύ μικρό χώρο και περιμένουν αυτούς που θα τα διαλέξουν για να καταλήξουν στο τηγάνι και από εκεί στο τραπέζι τους. Ομολογώ ότι, αν και δεν είμαι χορτοφάγος, το θέαμα και οι παραπάνω σκέψεις με έθλιψαν. Εκτός από εστιατόρια έχει και αρκετά καφέ αλλά κυρίως μαγαζιά με τουριστικά είδη κατά μήκος του καλντεριμιού που οδηγεί στο υπ’ αριθμό ένα αξιοθέατο του νησιού, το μουσείο του Αλή Πασά. Διάφορα μπιχλιμπίδια, ασημικά, αλλά και καλούδια Γιαννιώτικης κατασκευής όπως τα περίφημα γλυκά και τσίπουρα. Δοκιμάσαμε απ’ όλα και αποφασίσαμε ποια θα αγοράζαμε στην επιστροφή. Ο οικισμός κατά τ’ άλλα είναι πανέμορφος. Παντού η πέτρα και εδώ και έχει κριθεί διατηρητέος. Αυτοκίνητα δεν κυκλοφορούν σε όλη την έκταση του νησιού και αυτό σε συνδυασμό με το μικρό μέγεθός του κάνει την περιήγηση με τα πόδια εύκολη και πολύ ευχάριστη. Καλντερίμια, πέτρινα σπίτια αλλά και εκκλησίες και κυρίως μοναστήρια. Πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο κάποιος να αφιερώσει μια ολόκληρη μέρα στα υπέροχα αυτά μνημεία. Εμείς δυστυχώς δεν είχαμε αρκετό χρόνο.
Φτάσαμε με τα πολλά (αγώνας ολάκερος να αποφύγεις τους διάφορους κράχτες), στο παλιό μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα. (του 1506-7)
Σ’ ένα κελί του μοναστηριού τον Ιανουάριο του 1822, κατέφυγε ο Αλή Πασάς περιμένοντας το φιρμάνι του Σουλτάνου με χάρη (έτσι το είχαν αφήσει κάποιοι να ελπίζει). Εκεί ο Κιοσέ Μεχμέτ Πασας έφτασε με τους άντρες του και τη διαταγή της Υψηλής Πύλης για τη δολοφονία του φιλόδοξου Πασά της Ηπείρου. Πυροβολώντας ανάμεσα από τις χαραμάδες του πατώματος του κελιού σκότωσαν τον Αλή και έστειλαν στον Σουλτάνο το κεφάλι του, επαληθεύοντας έτσι τη ρήση του Κοσμά του Αιτωλού ότι θα πάει στην Πόλη με κόκκινα γένια!! Το κελί αυτό σήμερα έχει γίνει Μουσείο με αντικείμενα της εποχής και πίνακες που σχετίζονται με τη ζωή του, φτιαγμένους από περιηγητές της εποχής εκείνης. Κυριαρχεί ο πίνακας με την παράδοση του κεφαλιού του Αλή στον Σουλτάνο!
Το σπουδαιότερο ίσως μνημείο του Νησιού είναι το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου των Φιλανθρωπινών. Χτισμένο στα 1292 είναι κατάγραφο με υπέροχες μεταβυζαντινές τοιχογραφίες.
Το σπουδαίο σε αυτό το μοναστήρι είναι ότι εκτός των Αγίων υπάρχουν ζωγραφισμένοι ολόσωμοι επτά ολόσωμοι αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι!!!
Έφτασα στο μοναστήρι και το βρήκα κλειστό. Κάποιος με πληροφόρησε ότι η ηλικιωμένη κυρία-φύλακας του μνημείου είχε πάει στα Γιάννενα για ψώνια και όπου νάναι θα επέστρεφε. Αποφάσισα να γυρίσω αργότερα αλλά την ώρα που έφευγα η κυρία φάνηκε φορτωμένη με σακούλες. Τη βοήθησα να μεταφέρει τα πράγματά της στο μοναστήρι και έτσι μπόρεσα να απολαύσω το μισοσκότεινο εσωτερικό του καθολικού. Παρ’ όλο το σκοτάδι η μαγεία των τοιχογραφιών σε υποβάλλει.
Μια μικρή βόλτα ακόμα και πήγα να βρω την υπόλοιπη παρέα για ένα καφέ πριν φύγουμε για την επιστροφή στην πόλη και από εκεί στην Δωδώνη.
Χτισμένη στους πρόποδες του βουνού Τόμαρος βρίσκεται σε μια πολύ όμορφη κοιλάδα. Φτάσαμε και πήγαμε κατευθείαν στον αρχαιολογικό χώρο. Η φίλη μας μας περίμενε και μπήκαμε μέσα. Ο καιρός μάλλον ταίριαζε με το χώρο και την ιστορία του.
Το αρχαιότερο μαντείο του τόπου μας, και τόπος λατρείας της θεάς Γης από τους προϊστορικούς χρόνους, δυστυχώς δεν έχει την προσοχή που θα του έπρεπε. Περπατήσαμε μέχρι το εντυπωσιακό Θέατρο, χωρητικότητας 18.000 ανθρώπων, που κατασκευάστηκε τον 3ο π.Χ. αι. επί Πύρρου και στην Ρωμαϊκή εποχή τον 1ο π.Χ. αι. χρησιμοποιήθηκε σαν αρένα!! Φτιαγμένο με τη σκουρόχρωμη πέτρα της περιοχής είναι ένα με τον περιβάλλοντα χώρο.
Μοναδική εξαίρεση και παραφωνία η λευκή πέτρα και το τσιμέντο που χρησιμοποιήθηκε από τους «ειδικούς» και τη συντήρηση του!!! Τι να πει κανείς;
Πολύ κοντά στον αρχαιολογικό χώρο και με θέα σ’ αυτόν κάτσαμε για φαΐ παρέα με τους αγαπημένους μας φίλους. Η ώρα πέρασε με πολλές κουβέντες με αναμνήσεις και νέα από άλλους γνωστούς. Απομεσήμερο πια αποφασίσαμε να πάμε για καφέ στο χωριό Λιγκιάδες, στον παλιό δρόμο για Μέτσοβο και από όπου η θέα προς την πόλη, τη λίμνη και το νησί κόβει την ανάσα.
Βράδυ πια γυρίσαμε στη στολισμένη πόλη, κάναμε τις βόλτες μας, μιας και η βροχή από το μεσημέρι είχε σταματήσει και κάτσαμε για ένα νοστιμότατο γιαννιώτικο γλυκό σε παλιό, παραδοσιακό, κεντρικό ζαχαροπλαστείο της πόλης που μας ξύπνησε πολλές αναμνήσεις. Έτσι γλυκά τέλειωσε και αυτή, η τελευταία μέρα μας στην πόλη!!
Ημέρα 4η - Επιστροφή
Μετά το πρωινό, πληρώσαμε και φορτώσαμε για την επιστροφή. Μόνο που είχαμε αποφασίσει να γυρίσουμε από τη Θεσσαλία αφού κάναμε μια βόλτα μέχρι το Μέτσοβο που δεν είχε τύχει μέχρι τότε να πάμε ποτέ.
Πιάσαμε την Εγνατία και σε μισή ώρα βγαίναμε στη διασταύρωση για Μέτσοβο. Ομίχλη παντού! Το τοπίο εξαιρετικά θολό. Εξωπραγματικό και συνάμα τόσο γοητευτικό!! Σε λίγο μπήκαμε στο πασίγνωστο αυτό βλαχοχώρι της Ηπείρου. Χαμός! Απίστευτα πολύς κόσμος. Κίνηση, μποτιλιάρισμα και θέση για πάρκινγκ πουθενά. Πάνω που λέγαμε να φύγουμε βλέπουμε κάποιο αυτοκίνητο να φεύγει. Τύχη βουνό! Παρκάρουμε και αρχίζουμε τις βόλτες. Στην πλατεία παρέες ντόπιων κουβεντιάζουν σε μια ακατανόητη για μας γλώσσα. Βλάχικα!!
Παντού ταβέρνες, εστιατόρια, ξενώνες. Το χωριό ζει σε μεγάλο βαθμό από τους επισκέπτες. Το καλό είναι ότι μένουν οι νέοι στον τόπο τους και ότι κρατάνε σε μεγάλο βαθμό το χαρακτήρα του χωριού τους. Συνέχεια της πλατείας ένα υψωματάκι όπου υπάρχει το άγαλμα του «μεγάλου τέκνου» της περιοχής. Του παλιού υπουργού Γεώργιου Αβέρωφ-Τοσίτσα. Στη βάση του υψώματος ένα εντυπωσιακό γλυπτό της αρκούδας της Πίνδου με το μικρό της. Αν λάβει όμως κανείς υπ’ όψη του ότι τη χρονιά που φεύγει ο αριθμός των αρκούδων που σκοτώθηκαν στην περιοχή γύρω και μέσα στην Εγνατία έσπασε κάθε προηγούμενο ρεκόρ, το όμορφο αυτό γλυπτό μοιάζει με ειρωνεία.
Πίσω από το γλυπτό ένας πίνακας-γκραβούρα που δείχνει ότι αυτό το ύψωμα φιλοξενούσε μέχρι το 1936 κάστρο (!!). Και όμως ναι! Κάστρο! Και από ότι δείχνει η γκραβούρα πρέπει να ήταν πολύ όμορφο. Άλλη μια νότα θλίψης. Τελικά αυτή η γωνιά δε μου προξένησε πολύ ευχάριστα συναισθήματα!
Λίγο ακόμα βόλτα και μιας και είχε μεσημεριάσει αποφασίσαμε να κάτσουμε για φαΐ.
Μετά το φαΐ χαιρετίσαμε τους φίλους μας που θα συνέχιζαν για Δυτική Μακεδονία να κάνουν Πρωτοχρονιά με τους συγγενείς τους και φύγαμε για Αθήνα. Μια μικρή στάση πριν τα Μετέωρα για λίγες φωτογραφίες και συνεχίζουμε.
Ένα τρακάρισμα ανάμεσα Τρίκαλα-Καρδίτσα μας καθυστέρησε αρκετά. Βράδυ πια φτάσαμε στο σπίτι μας κουρασμένοι αλλά γεμάτοι υπέροχα συναισθήματα! Το 2009 τέλειωνε με πολύ όμορφο τρόπο και ευχόμασταν ολόψυχα έτσι να κυλήσει και το 2010 που θα έμπαινε σε λίγες ώρες. Καλή Χρονιά!!